Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἰξοφορεύς
ἰξύς
Ἰόβακχος
ἰοβλέφαρος
ἰοβολέω
ἰοβόλος
ἰοβόστρυχος
ἰοδνεφής
ἰοδόκος
ἰοειδής
ἰόεις
ἰομιγής
ἰόμωροι
ἰονθάς
ἴονθος
Ἰόνιος
ἴον
ἰόπλοκος
ἰός
ἰός2
ἰοστέφανος
View word page
ἰόεις
ἰόεις ἰόεις, εσσα, εν ἴον violet-coloured, dark, Il.
ShortDef
violet-coloured, dark
Debugging
Headword:
ἰόεις
Headword (normalized):
ἰόεις
Headword (normalized/stripped):
ιοεις
IDX:
15875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15889
Key:
i)o/eis
Data
{'content': 'ἰόεις\n ἰόεις, εσσα, εν\n ἴον\n violet-coloured, dark, Il.', 'key': 'i)o/eis'}