Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ἰδαῖος
ἰδάλιμος
ἰδέα
ἰδέ
ἰδέ
Ἴδη
ἴδη
ἰδιοβουλέω
ἰδιογνώμων
ἰδιόμορφος
ἰδιόομαι
ἴδιος
ἰδιόστολος
ἰδιότης
ἰδίω
ἰδίωσις
ἰδιωτεία
ἰδιωτεύω
ἰδιώτης
ἰδιωτικός
ἰδμοσύνη
View word page
ἰδιόομαι
ἰδιόομαι ἰδιόομαι, ἴδιος Mid. to appropriate to oneself, Plat.

ShortDef

to appropriate to oneself

Debugging

Headword:
ἰδιόομαι
Headword (normalized):
ἰδιόομαι
Headword (normalized/stripped):
ιδιοομαι
IDX:
15676
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15690
Key:
i)dio/omai

Data

{'content': 'ἰδιόομαι\n ἰδιόομαι,\n ἴδιος\n Mid. to appropriate to oneself, Plat.', 'key': 'i)dio/omai'}