Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἰακχέω
ἰάκχιος
Ἴακχος
ἰαλεμίστρια
ἰάλεμος
ἰάλλω
ἰαλτός
ἴαμα
ἰαμβεῖος
ἰαμβειοφάγος
ἰαμβιάζω
ἰαμβίζω
ἰαμβικός
ἰαμβοποιέω
ἰαμβοποιός
ἴαμβος
Ἰάν
ἰάομαι
Ἰαοναῦ
Ἰάονες
Ἰαόνιος
View word page
ἰαμβιάζω
ἰαμβιάζω ἰαμβιάζω, = ἰαμβίζω, Anth.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἰαμβιάζω
Headword (normalized):
ἰαμβιάζω
Headword (normalized/stripped):
ιαμβιαζω
IDX:
15617
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15631
Key:
i)ambia/zw
Data
{'content': 'ἰαμβιάζω\n ἰαμβιάζω,\n = ἰαμβίζω, Anth.', 'key': 'i)ambia/zw'}