Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀλλοτριοπραγμοσύνη
ἀλλότριος
ἀλλοτριότης
ἀλλοτριόχρως
ἀλλοτριόω
ἀλλοτρίωσις
ἄλλου
ἄλλοφος
ἀλλοφρονέω
ἀλλόφυλος
ἀλλόχροος
ἀλλόχρως
ἄλλυδις
ἄλλως
ἅλμα
ἅλμη
ἁλμυρός
ἀλοάω
ἄλοβος
ἀλογέω
ἀλογία
View word page
ἀλλόχροος
ἀλλόχροος cf. ἀλλόχρως ἄλλος, χρόα changed in colour, Eur.
ShortDef
changed in colour; looking strange or foreign
Debugging
Headword:
ἀλλόχροος
Headword (normalized):
ἀλλόχροος
Headword (normalized/stripped):
αλλοχροος
IDX:
1562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1562
Key:
a)llo/xroos
Data
{'content': 'ἀλλόχροος\n cf. ἀλλόχρως\n ἄλλος, χρόα\n changed in colour, Eur.', 'key': 'a)llo/xroos'}