Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θύρασι
θυραυλέω
θυραυλία
θύραυλος
θυρέασπις
θυρεός
θυρεοφόρος
θύρετρα
θύρηφι
θύριον
θυρίς
θυροκοπέω
θυροκόπος
θυρόω
θυρσομανής
θύρσος
θυρσοφορέω
θυρσοφόρος
θυρσοχαρής
θύρωμα
θυρών
View word page
θυρίς
θυρίς θῠρίς, ίδος Dim. of θύρα, Plat. a window, Plat.

ShortDef

a window

Debugging

Headword:
θυρίς
Headword (normalized):
θυρίς
Headword (normalized/stripped):
θυρις
IDX:
15549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15563
Key:
quri/s

Data

{'content': 'θυρίς\n θῠρίς, ίδος\n Dim. of θύρα, Plat.\n a window, Plat.', 'key': 'quri/s'}