Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θυραῖος
θύρα
θύρασι
θυραυλέω
θυραυλία
θύραυλος
θυρέασπις
θυρεός
θυρεοφόρος
θύρετρα
θύρηφι
θύριον
θυρίς
θυροκοπέω
θυροκόπος
θυρόω
θυρσομανής
θύρσος
θυρσοφορέω
θυρσοφόρος
θυρσοχαρής
View word page
θύρηφι
θύρηφι Epic dat. of θύρα, used as adv. outside, Od., Hes.

ShortDef

outside

Debugging

Headword:
θύρηφι
Headword (normalized):
θύρηφι
Headword (normalized/stripped):
θυρηφι
IDX:
15547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15561
Key:
qu/rh|fi

Data

{'content': 'θύρηφι\n Epic dat. of θύρα, used as adv.\n outside, Od., Hes.', 'key': 'qu/rh|fi'}