Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θυννευτικός
θυννοκέφαλος
θυννοσκοπέω
θυννοσκόπος
θύννος
θύνω
θυοδόκος
θυόεις
θύον
θυοσκέω
θυοσκόος
θύος
θυόω
θύραζε
θύραθεν
θυραῖος
θύρα
θύρασι
θυραυλέω
θυραυλία
θύραυλος
View word page
θυοσκόος
θυοσκόος θυοσ-κόος, ου, κέω καίω the sacrificing priest, Hom., Eur.

ShortDef

the sacrificing priest

Debugging

Headword:
θυοσκόος
Headword (normalized):
θυοσκόος
Headword (normalized/stripped):
θυοσκοος
IDX:
15532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15546
Key:
quosko/os

Data

{'content': 'θυοσκόος\n θυοσ-κόος, ου,\n κέω καίω\n the sacrificing priest, Hom., Eur.', 'key': 'quosko/os'}