Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θυμοπληθής
θυμοραϊστής
θυμοσοφικός
θυμόσοφος
θυμός
θυμοφθορέω
θυμοφθόρος
θυμόω
θυμώδης
θύμωμα
θυνέω
θυννάζω
θύννειος
θυννευτικός
θυννοκέφαλος
θυννοσκοπέω
θυννοσκόπος
θύννος
θύνω
θυοδόκος
θυόεις
View word page
θυνέω
θυνέω θῡνέω, = θύνω only in imperf. to dart along, Hes.
ShortDef
to dart along
Debugging
Headword:
θυνέω
Headword (normalized):
θυνέω
Headword (normalized/stripped):
θυνεω
IDX:
15519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15533
Key:
qune/w
Data
{'content': 'θυνέω\n θῡνέω,\n = θύνω\n only in imperf.\n to dart along, Hes.', 'key': 'qune/w'}