Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θυμίαμα
θυμιατήριον
θυμιάω
θυμίδιον
θυμικός
θυμίτης
θυμοβαρής
θυμοβορέω
θυμοβόρος
θυμοδακής
θυμοειδής
θυμολέων
θυμόμαντις
θυμομαχέω
θύμον
θυμοπληθής
θυμοραϊστής
θυμοσοφικός
θυμόσοφος
θυμός
θυμοφθορέω
View word page
θυμοειδής
θυμοειδής θῡμο-ειδής, ές εἶδος high-spirited, courageous, Lat. animosus, Plat., Xen. hot-tempered, restive, Xen.
ShortDef
high-spirited, courageous
Debugging
Headword:
θυμοειδής
Headword (normalized):
θυμοειδής
Headword (normalized/stripped):
θυμοειδης
IDX:
15504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15518
Key:
qumoeidh/s
Data
{'content': 'θυμοειδής\n θῡμο-ειδής, ές\n εἶδος\n high-spirited, courageous, Lat. animosus, Plat., Xen.\n hot-tempered, restive, Xen.', 'key': 'qumoeidh/s'}