Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θυίω
θυλάκιον
θύλακος
θῦλαξ
θυλέομαι
θύλημα
θυμαίνω
θυμαλγής
θυμάλωψ
θῦμα
θυμαρέω
θυμαρής
θύμβρα
θυμβρεπίδειπνος
Θύμβρις
θυμβροφάγος
θυμέλη
θυμελικός
θυμηγερέων
θυμηδής
θυμίαμα
View word page
θυμαρέω
θυμαρέω θῡμᾱρέω, to be well-pleased, Theocr. from θῡμᾱρής
ShortDef
to be well-pleased
Debugging
Headword:
θυμαρέω
Headword (normalized):
θυμαρέω
Headword (normalized/stripped):
θυμαρεω
IDX:
15484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15498
Key:
qumare/w
Data
{'content': 'θυμαρέω\n θῡμᾱρέω,\n to be well-pleased, Theocr.\n from θῡμᾱρής', 'key': 'qumare/w'}