Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θρασύνω
θρασύπονος
θρασυπτόλεμος
θρασύς
θρασύσπλαγχνος
θρασυστομέω
θρασυστομία
θρασύστομος
θρασύτης
θρασύχειρ
θραυσάντυξ
θραῦσμα
θραύω
θράω
θρέμμα
θρέομαι
θρέπτειρα
θρεπτέος
θρεπτήριος
θρεπτήρ
θρεπτικός
View word page
θραυσάντυξ
θραυσάντυξ θραυσ-άντυξ, ῠγος, ὁ, ἡ, θραύω breaking wheels, Ar.

ShortDef

breaking wheels

Debugging

Headword:
θραυσάντυξ
Headword (normalized):
θραυσάντυξ
Headword (normalized/stripped):
θραυσαντυξ
IDX:
15392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15405
Key:
qrausa/ntuc

Data

{'content': 'θραυσάντυξ\n θραυσ-άντυξ, ῠγος, ὁ, ἡ,\n θραύω\n breaking wheels, Ar.', 'key': 'qrausa/ntuc'}