Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θρᾶνος
Θρᾷξ
θράσος
Θρᾷσσα
θράσσω
θρασύβουλος
θρασύγυιος
θρασύδειλος
θρασυκάρδιος
θρασύμαχος
θρασυμέμνων
θρασυμήδης
θρασύμητις
θρασυμήχανος
θρασύμυθος
θρασύνω
θρασύπονος
θρασυπτόλεμος
θρασύς
θρασύσπλαγχνος
θρασυστομέω
View word page
θρασυμέμνων
θρασυμέμνων bravely steadfast (cf. Μέμνων) , Hom.

ShortDef

bravely steadfast

Debugging

Headword:
θρασυμέμνων
Headword (normalized):
θρασυμέμνων
Headword (normalized/stripped):
θρασυμεμνων
IDX:
15377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15390
Key:
qrasume/mnwn

Data

{'content': 'θρασυμέμνων\n bravely steadfast (cf. Μέμνων) , Hom.', 'key': 'qrasume/mnwn'}