Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Θρᾴκιος
Θρᾳκιστί
θρανεύομαι
θρανίτης
θρᾶνος
Θρᾷξ
θράσος
Θρᾷσσα
θράσσω
θρασύβουλος
θρασύγυιος
θρασύδειλος
θρασυκάρδιος
θρασύμαχος
θρασυμέμνων
θρασυμήδης
θρασύμητις
θρασυμήχανος
θρασύμυθος
θρασύνω
θρασύπονος
View word page
θρασύγυιος
θρασύγυιος θρᾰσύ-γυιος, ον γυῖον strong of limb, Pind.

ShortDef

strong of limb

Debugging

Headword:
θρασύγυιος
Headword (normalized):
θρασύγυιος
Headword (normalized/stripped):
θρασυγυιος
IDX:
15373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15386
Key:
qrasu/guios

Data

{'content': 'θρασύγυιος\n θρᾰσύ-γυιος, ον\n γυῖον\n strong of limb, Pind.', 'key': 'qrasu/guios'}