Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θοινατήριον
θοινατήρ
θοινατικός
θοινάτωρ
θοινάω
θοίνη
θοινήτωρ
θολερός
θολία
θόλος
θολός
θολόω
θοός
θοόω
θορή
Θορικόνδε
θόρνυμαι
θορός
θορυβάζομαι
θορυβέω
θορυβητικός
View word page
θολός
θολός .θολός, ὁ, mud, dirt, esp. the thick, dark juice of the cuttle-fish (sepia), which it emits to trouble the water and hide himself, Lat. loligo, Arist.

ShortDef

mud, dirt

Debugging

Headword:
θολός
Headword (normalized):
θολός
Headword (normalized/stripped):
θολος
IDX:
15343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15356
Key:
qolo/s1

Data

{'content': 'θολός\n .θολός, ὁ,\n mud, dirt, esp. the thick, dark juice of the cuttle-fish (sepia), which it emits to trouble the water and hide himself, Lat. loligo, Arist.', 'key': 'qolo/s1'}