Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄλληκτος
ἀλληλοφαγία
ἀλληλοφάγος
ἀλληλοφονία
ἀλληλοφόνοι
ἀλλήλων
ἄλλῃ
ἄλλιστος
ἀλλιτάνευτος
ἀλλογενής
ἀλλόγλωσσος
ἀλλογνοέω
ἀλλόγνωτος
ἀλλοδαπός
ἀλλοειδής
ἄλλοθεν
ἄλλοθι
ἀλλόθροος
ἀλλοῖος
ἀλλοιόω
ἀλλοίωσις
View word page
ἀλλόγλωσσος
ἀλλόγλωσσος γλῶσσα using a strange tongue, Hdt.
ShortDef
using a strange tongue
Debugging
Headword:
ἀλλόγλωσσος
Headword (normalized):
ἀλλόγλωσσος
Headword (normalized/stripped):
αλλογλωσσος
IDX:
1533
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1533
Key:
a)llo/glwssos
Data
{'content': 'ἀλλόγλωσσος\n γλῶσσα\n using a strange tongue, Hdt.', 'key': 'a)llo/glwssos'}