Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀλλαχοῦ
ἀλληγορέω
ἀλληγορία
ἄλληκτος
ἀλληλοφαγία
ἀλληλοφάγος
ἀλληλοφονία
ἀλληλοφόνοι
ἀλλήλων
ἄλλῃ
ἄλλιστος
ἀλλιτάνευτος
ἀλλογενής
ἀλλόγλωσσος
ἀλλογνοέω
ἀλλόγνωτος
ἀλλοδαπός
ἀλλοειδής
ἄλλοθεν
ἄλλοθι
ἀλλόθροος
View word page
ἄλλιστος
ἄλλιστος Epic for ἄλιστος, λίσσομαι inexorable, Anth.
ShortDef
inexorable
Debugging
Headword:
ἄλλιστος
Headword (normalized):
ἄλλιστος
Headword (normalized/stripped):
αλλιστος
IDX:
1530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1530
Key:
a)/llistos
Data
{'content': 'ἄλλιστος\n Epic for ἄλιστος, λίσσομαι\n inexorable, Anth.', 'key': 'a)/llistos'}