Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θηλυφανής
θηλυχίτων
θημολογέω
θημών
θην
θηραγρέτης
θήραμα
θήρα
θηράσιμος
θηρατέος
θηρατήρ
θηρατής
θηρατικός
θήρατρον
θηράτωρ
θηράω
θήρειος
θήρευμα
θήρευσις
θηρευτής
θηρευτικός
View word page
θηρατήρ
θηρατήρ θηράω a hunter, Il.

ShortDef

a hunter

Debugging

Headword:
θηρατήρ
Headword (normalized):
θηρατήρ
Headword (normalized/stripped):
θηρατηρ
IDX:
15267
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15280
Key:
qhrath/r

Data

{'content': 'θηρατήρ\n θηράω\n a hunter, Il.', 'key': 'qhrath/r'}