Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θέσμιος
θεσμοθετέω
θεσμοθέτης
θεσμοποιέω
θεσμός
θεσμοσύνη
θεσμοφοριάζω
θεσμοφόρια
θεσμοφόριον
θεσμοφόρος
θεσμοφύλαξ
θεσπέσιος
θεσπιδαής
θεσπιέπεια
θεσπίζω
θέσπιος
θέσπισμα
θέσπις
θεσπιῳδέω
θεσπιῳδός
Θεσσαλός
View word page
θεσμοφύλαξ
θεσμοφύλαξ guardian of the law, Thuc.
ShortDef
guardian of the law
Debugging
Headword:
θεσμοφύλαξ
Headword (normalized):
θεσμοφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
θεσμοφυλαξ
IDX:
15188
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15201
Key:
qesmofu/lakes
Data
{'content': 'θεσμοφύλαξ\n guardian of the law, Thuc.', 'key': 'qesmofu/lakes'}