Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θεομανής
θεόμαντις
θεομαχέω
θεομαχία
θεομάχος
θεομήστωρ
θεομισής
θεομορία
θεόμορος
θεόμορφος
θεομυσής
θεόπαις
θεόπεμπτος
θεόπνευστος
θεοποιέω
θεοποιός
θεόπομπος
θεοπόνητος
θεοπρεπής
θεοπροπέω
θεοπροπία
View word page
θεομυσής
θεομυσής θεο-μῠσής, ές μύσος abominated by the gods, Aesch.
ShortDef
abominated by the gods
Debugging
Headword:
θεομυσής
Headword (normalized):
θεομυσής
Headword (normalized/stripped):
θεομυσης
IDX:
15089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15101
Key:
qeomush/s
Data
{'content': 'θεομυσής\n θεο-μῠσής, ές\n μύσος\n abominated by the gods, Aesch.', 'key': 'qeomush/s'}