Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
θαλασσόπλαγκτος
θαλασσόπληκτος
θαλασσοπόρος
θαλασσουργός
θαλασσόω
θάλεα
θαλέθω
θάλεια
θαλερός
θαλερῶπις
θαλέω
Θαλῆς
θαλία
θαλλός
θαλλοφόρος
θάλλω
θάλος
θαλπιάω
θαλπνός
θάλπος
θαλπτήριος
View word page
θαλέω
θαλέω θᾱλέω, Doric for θηλέω.
ShortDef
(Dor.) be full
bloom
Debugging
Headword:
θαλέω
Headword (normalized):
θαλέω
Headword (normalized/stripped):
θαλεω
IDX:
14924
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14936
Key:
qale/w1
Data
{'content': 'θαλέω\n θᾱλέω,\n Doric for θηλέω.', 'key': 'qale/w1'}