Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

θαἰμάτια
θαἰματίδια
θαιρός
θακεύω
θακέω
θάκημα
θάκησις
θᾶκος
θαλάμαξ
θαλάμευμα
θαλαμήϊος
θαλάμη
θαλαμηπόλος
θαλαμιός
θαλαμίτης
θάλαμόνδε
θάλαμος
θαλασσαῖος
θάλασσα
θαλασσεύω
θαλάσσιος
View word page
θαλαμήϊος
θαλαμήϊος θᾰλᾰμήιος, α, ον of or for a θάλαμος, Hes.

ShortDef

of or belonging to a θάλαμος, bridal

Debugging

Headword:
θαλαμήϊος
Headword (normalized):
θαλαμήϊος
Headword (normalized/stripped):
θαλαμηιος
IDX:
14900
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14912
Key:
qalamh/ios

Data

{'content': 'θαλαμήϊος\n θᾰλᾰμήιος, α, ον\n of or for a θάλαμος, Hes.', 'key': 'qalamh/ios'}