Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ἡρακλείτειος
Ἡρακλίσκος
Ἥρα
ἦρα
ἠρεμαῖος
ἠρέμα
ἠρεμέω
ἠρέμησις
ἠρεμία
ἠρεμίζω
ἠρεμί
ἤρεμος
ἠριγένεια
Ἠριδανός
ἠρινός
ἠρίον
ἦρι
ἠριπόλη
ἡρωικός
ἡρωίνη
ἡρώιος
View word page
ἠρεμί
ἠρεμί = ἠρέμα, Ar.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἠρεμί
Headword (normalized):
ἠρεμί
Headword (normalized/stripped):
ηρεμι
IDX:
14832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14844
Key:
h)remi/

Data

{'content': 'ἠρεμί\n = ἠρέμα, Ar.', 'key': 'h)remi/'}