Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἠπιόχειρ
ἤπου
ἦπου
ἠπύτα
ἠπύω
Ἡραῖος
Ἡρακλέης
Ἡρακλεῖδαι
Ἡράκλειος
Ἡρακλείτειος
Ἡρακλίσκος
Ἥρα
ἦρα
ἠρεμαῖος
ἠρέμα
ἠρεμέω
ἠρέμησις
ἠρεμία
ἠρεμίζω
ἠρεμί
ἤρεμος
View word page
Ἡρακλίσκος
Ἡρακλίσκος Ἡρακλίσκος, ὁ, Dim. of Ἡρακλῆς, Theocr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Ἡρακλίσκος
Headword (normalized):
ἡρακλίσκος
Headword (normalized/stripped):
ηρακλισκος
IDX:
14823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14835
Key:
*(hrakli/skos

Data

{'content': 'Ἡρακλίσκος\n Ἡρακλίσκος, ὁ,\n Dim. of Ἡρακλῆς, Theocr.', 'key': '*(hrakli/skos'}