Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἠπητής
ἠπιαλέω
ἠπίαλος
ἠπιοδίνητος
ἠπιόδωρος
ἠπιόθυμος
ἤπιος
ἠπιόχειρ
ἤπου
ἦπου
ἠπύτα
ἠπύω
Ἡραῖος
Ἡρακλέης
Ἡρακλεῖδαι
Ἡράκλειος
Ἡρακλείτειος
Ἡρακλίσκος
Ἥρα
ἦρα
ἠρεμαῖος
View word page
ἠπύτα
ἠπύτα ἠπύω calling, crying, ἠπύτα κῆρυξ the loud-voiced herald, Il. from ἠπύω
ShortDef
calling, crying
Debugging
Headword:
ἠπύτα
Headword (normalized):
ἠπύτα
Headword (normalized/stripped):
ηπυτα
IDX:
14816
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14828
Key:
h)pu/ta
Data
{'content': 'ἠπύτα\n ἠπύω\n calling, crying, ἠπύτα κῆρυξ the loud-voiced herald, Il.\n from ἠπύω', 'key': 'h)pu/ta'}