Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀλιπαρής
ἁλίπεδον
ἁλίπλαγκτος
ἁλιπλανής
ἁλιπλανία
ἁλίπληκτος
ἁλίπλοος
ἁλιπόρος
ἁλιπόρφυρος
ἁλιρραγής
ἁλίρραντος
ἁλιρρόθιος
ἁλίρροθος
ἁλίρρυτος
ἀλισγέω
ἀλίσγημα
ἁλίσκομαι
ἅλις
ἁλίστονος
ἁλιστός
ἁλίστρεπτος
View word page
ἁλίρραντος
ἁλίρραντος ἅλς, ῥαίνω sea-surging, Anth.

ShortDef

sea-surging

Debugging

Headword:
ἁλίρραντος
Headword (normalized):
ἁλίρραντος
Headword (normalized/stripped):
αλιρραντος
IDX:
1471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1471
Key:
a(li/rrantos

Data

{'content': 'ἁλίρραντος\n ἅλς, ῥαίνω\n sea-surging, Anth.', 'key': 'a(li/rrantos'}