Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἥλιος
ἡλιοστερής
ἡλιοστιβής
ἠλιτοεργός
ἠλιτόμηνος
ἡλιώτης
ἧλος
ἠλύγη
Ἠλύσιον
Ἠλύσιος
ἤλυσις
ἠμαθόεις
ἧμαι
ἧμα
ἦμαρ
ἡμαρτημένως
ἠμάτιος
ἡμεδαπός
ἠμελημένως
ἠμέν
ἡμέρα
View word page
ἤλυσις
ἤλυσις ἤλῠσις, εως = ἔλευσις a step, Eur.
ShortDef
a step
Debugging
Headword:
ἤλυσις
Headword (normalized):
ἤλυσις
Headword (normalized/stripped):
ηλυσις
IDX:
14669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14679
Key:
h)/lusis
Data
{'content': 'ἤλυσις\n ἤλῠσις, εως\n = ἔλευσις\n a step, Eur.', 'key': 'h)/lusis'}