Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἠλίθιος
ἠλιθιότης
ἠλιθιόω
ἡλικία
ἡλικιώτης
ἡλικιῶτις
ἡλίκος
ἧλιξ
ἡλιόβλητος
ἡλιοειδής
ἡλιόκαυστος
ἡλιομανής
ἡλιόομαι
ἥλιος
ἡλιοστερής
ἡλιοστιβής
ἠλιτοεργός
ἠλιτόμηνος
ἡλιώτης
ἧλος
ἠλύγη
View word page
ἡλιόκαυστος
ἡλιόκαυστος ἡλιό-καυστος, ον καίω sun-burnt, Theocr.
ShortDef
sun-burnt
Debugging
Headword:
ἡλιόκαυστος
Headword (normalized):
ἡλιόκαυστος
Headword (normalized/stripped):
ηλιοκαυστος
IDX:
14656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14666
Key:
h(lio/kaustos
Data
{'content': 'ἡλιόκαυστος\n ἡλιό-καυστος, ον\n καίω\n sun-burnt, Theocr.', 'key': 'h(lio/kaustos'}