Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἥκω
ἠλαίνω
ἠλάκατα
ἠλακάτη
ἠλασκάζω
ἠλάσκω
ἠλέκτρινος
ἤλεκτρον
ἠλεκτροφαής
ἠλέκτωρ
ἠλέματος
ἠλεός
ἡλιάζομαι
ἡλιαία
ἡλιάς
ἡλιαστής
ἡλιαστικός
ἠλίβατος
ἤλιθα
ἠλιθιάζω
ἠλίθιος
View word page
ἠλέματος
ἠλέματος ἠλεός idle, vain, trifling, Theocr., Anth.

ShortDef

idle, vain, trifling

Debugging

Headword:
ἠλέματος
Headword (normalized):
ἠλέματος
Headword (normalized/stripped):
ηλεματος
IDX:
14636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14646
Key:
h)le/matos

Data

{'content': 'ἠλέματος\n ἠλεός\n idle, vain, trifling, Theocr., Anth.', 'key': 'h)le/matos'}