Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ζώννυμι
ζῳογλύφος
ζωογονέω
ζωογόνος
ζωογράφος
ζωοθετέω
ζωόμορφος
ζῷον
ζωοποιέω
ζωόσοφος
ζωός
ζωοτόκος
ζῳοτύπος
ζωοφόρος
ζωπονέω
ζωπυρέω
ζώπυρον
ζωροποτέω
ζωροπότης
ζωρός
ζώς
View word page
ζωός
ζωός alive, living, Homer, Hdt., etc.; ζωὸν ἑλεῖν τινά to take prisoner, Il.; ζωὸν λαβεῖν Xen.
ShortDef
alive, living
Debugging
Headword:
ζωός
Headword (normalized):
ζωός
Headword (normalized/stripped):
ζωος
IDX:
14514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14523
Key:
zwo/s
Data
{'content': 'ζωός\n alive, living, Homer, Hdt., etc.; ζωὸν ἑλεῖν τινά to take prisoner, Il.; ζωὸν λαβεῖν Xen.', 'key': 'zwo/s'}