Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ζωμήρυσις
ζωμίδιον
ζωμός
ζώνη
ζώννυμι
ζῳογλύφος
ζωογονέω
ζωογόνος
ζωογράφος
ζωοθετέω
ζωόμορφος
ζῷον
ζωοποιέω
ζωόσοφος
ζωός
ζωοτόκος
ζῳοτύπος
ζωοφόρος
ζωπονέω
ζωπυρέω
ζώπυρον
View word page
ζωόμορφος
ζωόμορφος , ζῳό-μορφος, ον μόρφη in the shape of an animal, Plut.

ShortDef

in the shape of an animal

Debugging

Headword:
ζωόμορφος
Headword (normalized):
ζωόμορφος
Headword (normalized/stripped):
ζωομορφος
IDX:
14510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14518
Key:
zw|o/morfos

Data

{'content': 'ζωόμορφος\n , ζῳό-μορφος, ον\n μόρφη\n in the shape of an animal, Plut.', 'key': 'zw|o/morfos'}