Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ζάγκλον
ζαής
ζάθεος
ζαθερής
ζάκορος
ζάκοτος
ζάλη
ζαμενέω
ζαμενής
ζα
ζαπληθής
ζάπλουτος
ζάπυρος
ζά
ζατρεφής
ζαφλεγής
ζάχολος
ζαχρεῖος
ζαχρηής
ζάχρυσος
ζάω
View word page
ζαπληθής
ζαπληθής ζᾰ-πληθής, ές πλήθω very full, ζ. γενειάς a thick beard, Aesch.; ζ. Μούσης στόμα full-sounding, Anth.

ShortDef

very full

Debugging

Headword:
ζαπληθής
Headword (normalized):
ζαπληθής
Headword (normalized/stripped):
ζαπληθης
IDX:
14403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14410
Key:
zaplhqh/s

Data

{'content': 'ζαπληθής\n ζᾰ-πληθής, ές\n πλήθω\n very full, ζ. γενειάς a thick beard, Aesch.; ζ. Μούσης στόμα full-sounding, Anth.', 'key': 'zaplhqh/s'}