Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφοπλίζω
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάω
ἐφορμέω
ἐφορμή
ἐφόρμησις
ἐφορμίζω
ἔφορμος
ἔφορμος2
ἔφορος
ἐφυβρίζω
View word page
ἐφόριος
ἐφόριος ἐφ-όριος, α, ον ὅρος on the border or frontier, ap. Dem.

ShortDef

on the border

Debugging

Headword:
ἐφόριος
Headword (normalized):
ἐφόριος
Headword (normalized/stripped):
εφοριος
IDX:
14315
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14321
Key:
e)fo/rios

Data

{'content': 'ἐφόριος\n ἐφ-όριος, α, ον\n ὅρος\n on the border or frontier, ap. Dem.', 'key': 'e)fo/rios'}