Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἔφοδος2
ἔφοδος3
ἐφόλκαιον
ἐφόλκιον
ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφοπλίζω
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάω
ἐφορμέω
ἐφορμή
ἐφόρμησις
ἐφορμίζω
View word page
ἐφορεία
ἐφορεία ἐφορεία, ἡ, ἐφορεύω the ephoralty, Xen.
ShortDef
the ephoralty
Debugging
Headword:
ἐφορεία
Headword (normalized):
ἐφορεία
Headword (normalized/stripped):
εφορεια
IDX:
14311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14317
Key:
e)forei/a
Data
{'content': 'ἐφορεία\n ἐφορεία, ἡ,\n ἐφορεύω\n the ephoralty, Xen.', 'key': 'e)forei/a'}