Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐφόδιον
ἔφοδος
ἔφοδος2
ἔφοδος3
ἐφόλκαιον
ἐφόλκιον
ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφοπλίζω
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάω
ἐφορμέω
ἐφορμή
View word page
ἐφορατικός
ἐφορατικός ἐφορᾱτικός, ή, όν fit for overlooking, ἔργων Xen. from ἐφοράω
ShortDef
fit for overlooking
Debugging
Headword:
ἐφορατικός
Headword (normalized):
ἐφορατικός
Headword (normalized/stripped):
εφορατικος
IDX:
14309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14315
Key:
e)foratiko/s
Data
{'content': 'ἐφορατικός\n ἐφορᾱτικός, ή, όν\n fit for overlooking, ἔργων Xen.\n from ἐφοράω', 'key': 'e)foratiko/s'}