Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἁλιαής
ἁλιανθής
ἁλία
ἀλίαστος
ἀλίβας
ἀλίβατος
ἁλίβρεκτος
ἀλίγκιος
ἁλίδονος
ἁλιεία
ἁλιερκής
ἁλιεύς
ἁλιευτικός
ἁλιεύω
ἁλίζω
ἁλίζω
ἁλίζωνος
ἁλίζωος
ἁλιήρης
ἄλιθος
Ἁλικαρνασσεύς
View word page
ἁλιερκής
ἁλιερκής ἅλς, ἕρκος sea-fenced, sea-girt, Pind.
ShortDef
sea-fenced, sea-girt
Debugging
Headword:
ἁλιερκής
Headword (normalized):
ἁλιερκής
Headword (normalized/stripped):
αλιερκης
IDX:
1430
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1430
Key:
a(lierkh/s
Data
{'content': 'ἁλιερκής\n ἅλς, ἕρκος\n sea-fenced, sea-girt, Pind.', 'key': 'a(lierkh/s'}