Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐφυΐα
εὐφύλακτος
εὔφυλλος
εὐφυῶς
εὐφωνία
εὔφωνος
εὐχαίτης
εὔχαλκος
εὐχάλκωτος
εὔχαρις
εὐχαριστέω
εὐχαριστία
εὐχάριστος
εὔχειρ
εὐχείρωτος
εὐχέρεια
εὐχερής
εὐχετάομαι
εὐχή
εὔχιλος
εὐχίμαρος
View word page
εὐχαριστέω
εὐχαριστέω εὐχᾰριστέω, fut. -ήσω to be thankful, return thanks, ap. Dem. from εὐχάριστος
ShortDef
to be thankful, return thanks
Debugging
Headword:
εὐχαριστέω
Headword (normalized):
εὐχαριστέω
Headword (normalized/stripped):
ευχαριστεω
IDX:
14187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14193
Key:
eu)xariste/w
Data
{'content': 'εὐχαριστέω\n εὐχᾰριστέω,\n fut. -ήσω\n to be thankful, return thanks, ap. Dem.\n from εὐχάριστος', 'key': 'eu)xariste/w'}