Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὔφθογγος
εὐφιλής
εὐφίλητος
εὐφιλόπαις
εὐφιλοτίμητος
εὔφλεκτος
εὐφόρητος
εὐφόρμιγξ
εὔφορος
εὔφορτος
εὐφραδής
εὐφραδίη
εὐφραίνω
εὔφραστος
εὐφρονέων
εὐφρόνη
εὐφρόνως
εὐφροσύνη
εὐφρόσυνος
εὔφρων
εὐφυής
View word page
εὐφραδής
εὐφραδής εὐ-φρᾰδής, ές φράζω well-expressed: adv., εὐφραδέως ἀγορεύειν to speak in set terms, eloquently, Od.
ShortDef
well-expressed
Debugging
Headword:
εὐφραδής
Headword (normalized):
εὐφραδής
Headword (normalized/stripped):
ευφραδης
IDX:
14166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14172
Key:
eu)fradh/s
Data
{'content': 'εὐφραδής\n εὐ-φρᾰδής, ές\n φράζω\n well-expressed: adv., εὐφραδέως ἀγορεύειν to speak in set terms, eloquently, Od.', 'key': 'eu)fradh/s'}