Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐτραπελία
εὐτράπελος
εὐτραφής
εὐτρεπής
εὐτρεπίζω
εὔτρεπτος
εὐτρεφής
εὔτρητος
εὐτρίαινα
εὔτριχος
εὔτροπος
εὐτροφία
εὔτροφος
εὐτρόχαλος
εὔτροχος
εὐτυκάζομαι
εὔτυκος
εὔτυκτος
εὐτυχέω
εὐτύχημα
εὐτυχής
View word page
εὔτροπος
εὔτροπος εὔ-τροπος, ον τρέπω versatile, Arist.
ShortDef
versatile
Debugging
Headword:
εὔτροπος
Headword (normalized):
εὔτροπος
Headword (normalized/stripped):
ευτροπος
IDX:
14135
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14141
Key:
eu)/tropos
Data
{'content': 'εὔτροπος\n εὔ-τροπος, ον\n τρέπω\n versatile, Arist.', 'key': 'eu)/tropos'}