Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὔτονος
εὐτόρνευτος
εὔτορνος
εὐτράπεζος
εὐτραπελία
εὐτράπελος
εὐτραφής
εὐτρεπής
εὐτρεπίζω
εὔτρεπτος
εὐτρεφής
εὔτρητος
εὐτρίαινα
εὔτριχος
εὔτροπος
εὐτροφία
εὔτροφος
εὐτρόχαλος
εὔτροχος
εὐτυκάζομαι
εὔτυκος
View word page
εὐτρεφής
εὐτρεφής τρέφω well-fed, Od., Eur.
ShortDef
well-fed
Debugging
Headword:
εὐτρεφής
Headword (normalized):
εὐτρεφής
Headword (normalized/stripped):
ευτρεφης
IDX:
14131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14137
Key:
eu)trefh/s
Data
{'content': 'εὐτρεφής\n τρέφω\n well-fed, Od., Eur.', 'key': 'eu)trefh/s'}