Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐσύνετος
εὐσύνθετος
εὐσύνοπτος
εὔσφυρος
εὔσχημος
εὐσχημοσύνη
εὐσχήμων
εὐσχιδής
εὔσχιστος
εὐσωματέω
εὔσωτρος
εὐτακής
εὐτακτέω
εὔτακτος
εὐταξία
εὔταρσος
εὐτείχεος
εὐτειχής
εὐτείχητος
εὐτεκνία
εὔτεκνος
View word page
εὔσωτρος
εὔσωτρος with good felloes (σῶτρα) , i. e. with good wheels, Hes.

ShortDef

with good felloes

Debugging

Headword:
εὔσωτρος
Headword (normalized):
εὔσωτρος
Headword (normalized/stripped):
ευσωτρος
IDX:
14097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14103
Key:
eu)/swtros

Data

{'content': 'εὔσωτρος\n with good felloes (σῶτρα) , i. e. with good wheels, Hes.', 'key': 'eu)/swtros'}