Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐσύμβολος
εὐσυνεσία
εὐσύνετος
εὐσύνθετος
εὐσύνοπτος
εὔσφυρος
εὔσχημος
εὐσχημοσύνη
εὐσχήμων
εὐσχιδής
εὔσχιστος
εὐσωματέω
εὔσωτρος
εὐτακής
εὐτακτέω
εὔτακτος
εὐταξία
εὔταρσος
εὐτείχεος
εὐτειχής
εὐτείχητος
View word page
εὔσχιστος
εὔσχιστος εὔ-σχιστος, ον easily split, Anth.
ShortDef
easily split
Debugging
Headword:
εὔσχιστος
Headword (normalized):
εὔσχιστος
Headword (normalized/stripped):
ευσχιστος
IDX:
14095
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14101
Key:
eu)/sxistos
Data
{'content': 'εὔσχιστος\n εὔ-σχιστος, ον\n easily split, Anth.', 'key': 'eu)/sxistos'}