Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐσκάνδιξ
εὔσκαρθμος
εὐσκέπαστος
εὐσκευέω
εὐσκίαστος
εὔσκιος
εὔσκοπος
εὔσοια
εὔσοος
εὐσπειρής
εὐσπλαγχνία
εὔσπλαγχνος
εὔσπορος
ἐΰς
εὐστάθεια
εὐσταθέω
εὐσταθής
εὐστάλεια
εὐσταλής
εὔσταχυς
εὐστέφανος
View word page
εὐσπλαγχνία
εὐσπλαγχνία good heart, firmness, Eur. from εὔσπλαγχνος
ShortDef
good heart, firmness
Debugging
Headword:
εὐσπλαγχνία
Headword (normalized):
εὐσπλαγχνία
Headword (normalized/stripped):
ευσπλαγχνια
IDX:
14057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14063
Key:
eu)splagxni/a
Data
{'content': 'εὐσπλαγχνία\n good heart, firmness, Eur.\n from εὔσπλαγχνος', 'key': 'eu)splagxni/a'}