Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐσθενής
εὐσίπυος
εὐσκάνδιξ
εὔσκαρθμος
εὐσκέπαστος
εὐσκευέω
εὐσκίαστος
εὔσκιος
εὔσκοπος
εὔσοια
εὔσοος
εὐσπειρής
εὐσπλαγχνία
εὔσπλαγχνος
εὔσπορος
ἐΰς
εὐστάθεια
εὐσταθέω
εὐσταθής
εὐστάλεια
εὐσταλής
View word page
εὔσοος
εὔσοος εὔ-σοος, ον safe and well, happy, Theocr.

ShortDef

safe and well, happy

Debugging

Headword:
εὔσοος
Headword (normalized):
εὔσοος
Headword (normalized/stripped):
ευσοος
IDX:
14055
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14061
Key:
eu)/sous

Data

{'content': 'εὔσοος\n εὔ-σοος, ον\n safe and well, happy, Theocr.', 'key': 'eu)/sous'}