Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐρυσθενής
εὐρύσορος
εὐρύς
εὐρύστερνος
εὐρύστομος
εὐρύτιμος
εὐρυφαρέτρης
εὐρυφυής
εὐρυχαδής
εὐρυχαίτης
εὐρύχορος
εὐρυχωρία
εὐρύχωρος
εὐρώγης
εὐρώδης
εὐρώεις
Εὐρώπη
εὐρωπός
εὐρώς
εὐρωστία
εὔρωστος
View word page
εὐρύχορος
εὐρύχορος εὐρύ-χορος, ον Epic for εὐρύχωρος, with broad places, spacious, of cities, Hom., etc.: cf. καλλίχορος.

ShortDef

with broad places, spacious

Debugging

Headword:
εὐρύχορος
Headword (normalized):
εὐρύχορος
Headword (normalized/stripped):
ευρυχορος
IDX:
14025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n14031
Key:
eu)ru/xoros

Data

{'content': 'εὐρύχορος\n εὐρύ-χορος, ον\n Epic for εὐρύχωρος,\n with broad places, spacious, of cities, Hom., etc.: cf. καλλίχορος.', 'key': 'eu)ru/xoros'}