Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐπρέπεια
εὐπρεπής
εὔπρηστος
εὐπρόσδεκτος
εὐπρόσεδρος
εὐπροσήγορος
εὐπρόσιτος
εὐπρόσοδος
εὐπρόσοιστος
εὐπροσωπέω
εὐπροσωποκοίτης
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπτερος
εὐπτέρυγος
εὔπτορθος
εὔπυργος
εὖ
εὐπώγων
View word page
εὐπροσωποκοίτης
εὐπροσωποκοίτης εὐπροσωπο-κοίτης, ου, κοίτη lying so as to present a fair face, Aesch.

ShortDef

lying so as to present a fair face

Debugging

Headword:
εὐπροσωποκοίτης
Headword (normalized):
εὐπροσωποκοίτης
Headword (normalized/stripped):
ευπροσωποκοιτης
IDX:
13953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13959
Key:
eu)proswpokoi/ths

Data

{'content': 'εὐπροσωποκοίτης\n εὐπροσωπο-κοίτης, ου,\n κοίτη\n lying so as to present a fair face, Aesch.', 'key': 'eu)proswpokoi/ths'}