Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὔπραξις
εὔπρεμνος
εὐπρέπεια
εὐπρεπής
εὔπρηστος
εὐπρόσδεκτος
εὐπρόσεδρος
εὐπροσήγορος
εὐπρόσιτος
εὐπρόσοδος
εὐπρόσοιστος
εὐπροσωπέω
εὐπροσωποκοίτης
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπτερος
εὐπτέρυγος
εὔπτορθος
εὔπυργος
View word page
εὐπρόσοιστος
εὐπρόσοιστος εὐ-πρόσοιστος, ον easy of approach: generally, easy, Eur.

ShortDef

easy of approach

Debugging

Headword:
εὐπρόσοιστος
Headword (normalized):
εὐπρόσοιστος
Headword (normalized/stripped):
ευπροσοιστος
IDX:
13951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13957
Key:
eu)pro/soistos

Data

{'content': 'εὐπρόσοιστος\n εὐ-πρόσοιστος, ον\n easy of approach: generally, easy, Eur.', 'key': 'eu)pro/soistos'}