Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὔπιστος
εὐπίων
εὐπλατής
ἐΰπλειος
εὐπλεκής
εὔπλεκτος
εὔπλοια
ἐϋπλοκαμίς
εὐπλόκαμος
ἐΰπλοκος
εὔπλοος
ἐϋπλυνής
εὔπλωτος
εὔπνοια
εὔπνοος
εὐποδία
εὐποιητικός
εὐποίητος
εὐποιΐα
εὐποίκιλος
εὔποκος
View word page
εὔπλοος
εὔπλοος εὔ-πλους, ουν πλέω good for sailing, εὔπλοον ὅρμον ἵκοιτο may he reach a friendly port, Theocr.
ShortDef
good for sailing, fair
Debugging
Headword:
εὔπλοος
Headword (normalized):
εὔπλοος
Headword (normalized/stripped):
ευπλοος
IDX:
13915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13921
Key:
eu)/plous
Data
{'content': 'εὔπλοος\n εὔ-πλους, ουν\n πλέω\n good for sailing, εὔπλοον ὅρμον ἵκοιτο may he reach a friendly port, Theocr.', 'key': 'eu)/plous'}