Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐπαγής
εὐπάθεια
εὐπαθέω
εὐπαθής
εὐπαιδία
εὔπαις
εὔπακτος
εὐπάλαμος
εὐπάξ
εὐπαράγωγος
εὐπαραίτητος
εὐπαρακολούθητος
εὐπαρακόμιστος
εὐπάραος
εὐπαράπειστος
εὐπάρεδρος
εὐπάρθενος
εὐπαρόξυντος
εὐπαρόρμητος
εὐπάρυφος
εὐπατέρεια
View word page
εὐπαραίτητος
εὐπαραίτητος εὐ-παραίτητος, ον παραιτέομαι placable, Plut.

ShortDef

placable

Debugging

Headword:
εὐπαραίτητος
Headword (normalized):
εὐπαραίτητος
Headword (normalized/stripped):
ευπαραιτητος
IDX:
13870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13876
Key:
eu)parai/thtos

Data

{'content': 'εὐπαραίτητος\n εὐ-παραίτητος, ον\n παραιτέομαι\n placable, Plut.', 'key': 'eu)parai/thtos'}