Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐμίσητος
εὔμιτος
εὔμιτρος
ἐϋμμελίης
εὐμνημόνευτος
εὐμνήμων
εὔμνηστος
εὐμοιρία
εὔμοιρος
εὐμολπέω
εὔμολπος
εὐμορφία
εὔμορφος
εὔμουσος
εὔμοχθος
εὔμυθος
εὔμυκος
εὐνάζω
εὐναιετάων
εὐναῖος
εὐνάσιμος
View word page
εὔμολπος
εὔμολπος εὔ-μολπος, ον μολπή sweetly singing, Anth.

ShortDef

Eumolpus
sweetly singing

Debugging

Headword:
εὔμολπος
Headword (normalized):
εὔμολπος
Headword (normalized/stripped):
ευμολπος
IDX:
13798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13804
Key:
eu)/molpos

Data

{'content': 'εὔμολπος\n εὔ-μολπος, ον\n μολπή\n sweetly singing, Anth.', 'key': 'eu)/molpos'}