Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐμαρής
εὔμαρις
εὐμάχανος
εὐμεγέθης
εὐμέλανος
εὐμελής
εὐμένεια
εὐμενέτης
εὐμενέω
εὐμενής
Εὐμενίδες
εὐμενίζομαι
εὐμετάβλητος
εὐμετάβολος
εὐμετάδοτος
εὐμετάπειστος
εὐμεταχείριστος
εὔμετρος
εὐμήκης
εὔμηλος
εὐμήρυτος
View word page
Εὐμενίδες
Εὐμενίδες Εὐμενίδες sc. θεαί the gracious goddesses, euphem. name of the Ἐρινύες or Furies, Aesch., etc.
ShortDef
the gracious goddesses
Debugging
Headword:
Εὐμενίδες
Headword (normalized):
εὐμενίδες
Headword (normalized/stripped):
ευμενιδες
IDX:
13773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13779
Key:
*eu)meni/des
Data
{'content': 'Εὐμενίδες\n Εὐμενίδες sc. θεαί the gracious goddesses, euphem. name of the Ἐρινύες or Furies, Aesch., etc.', 'key': '*eu)meni/des'}